30 Ιουνίου 2014

ΕΡΩΤΙΣΜΟΣ

 ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Διανύουμε την άνοιξη, την πιο ερωτική εποχή του χρόνου, ο καιρός έχει βελτιωθεί αισθητά όπως και η διάθεση των περισσότερων από μας και γενικά στον αέρα θα λέγαμε ότι πλανιέται μία αίσθηση γλυκιάς προσμονής. Το σημερινό μας θέμα είναι αρκετά πικάντικο αλλά και σε απόλυτη αρμονία με την εαρινή μας ερωτική διάθεση. « Ο ερωτισμός στη ζωή μας ». Εσείς πόσο ερωτικοί νοιώθετε? Πέρα από ένα σύνολο χαρακτηριστικών που σκιαγραφούν τον καθένα από μας, τι είδους φίλοι, συγγενείς, επαγγελματίες είμαστε, δεν παύουμε επίσης να είμαστε και ερωτικά πλάσματα, ικανά να νοιώσουν και να αποπνεύσουν ερωτισμό.

1. Αλήθεια,τι ρόλο παίζει ο ερωτισμός στη ζωή μας? Και σε τι ακριβώς αναφερόμαστε δηλαδή όταν μιλάμε  για τον ερωτισμό του καθένα από μας ?
Καταρχήν να διευκρινίσουμε ότι όταν μιλάμε για ερωτισμό δεν εννοούμε κατ’ανάγκην το πόσο σεξουαλικά ενεργοί
είμαστε με κάποιον σταθερό σύντροφο ή όχι, αλλά εννοούμε ένα σύνολο από συμπεριφορές κι επιθυμίες, την ανάγκη μας γενικότερα να εμπνέουμε στους άλλους την πρόθεση να μας αντιλαμβάνονται ως αντικείμενα ερωτικής επιθυμίας. Βλέπετε ο κάθε άνθρωπος επιλέγει να προβάλλει προς τα έξω ένα συγκεκριμένο κοινωνικό προφίλ, και είναι στην ιδιοσυγκρασία του καθενός μας το πόσο χώρο  αφήνουμε να καταλάβει και
 να γίνει αντιληπτό το ερωτικό κομμάτι του εαυτού μας. Ο ερωτισμός μας λοιπόν μας κάνει ταυτόχρονα πομπούς και δέκτες. Πομπούς γιατί επιθυμούμε να γίνουμε αρεστοί και ίσως και ποθητοί από το αντίθετο φύλλο αλλά και δέκτες όταν είμαστε σε θέση να αντιληφθούμε και να εκτιμήσουμε τον ερωτισμό των άλλων. Όσο για τον ρόλο που παίζει στη ζωή μας? Πολύ μεγάλο, γιατί συνδέεται άμεσα με τα επίπεδα αυτοπεποίθησης κι αυτοεκτίμησης που διαθέτουμε. Ένα άτομο δηλαδή που μέσα
  στα πλαίσια της εικόνας που έχει για τονεαυτό του επιθυμεί να προβάλλει τον ερωτισμό του, νοιώθει ικανοποίηση και πληρότητα όταν το επιτυγχάνει κι αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να αποδίδει και σε όλους τους τομείς της ζωής του. Γίνεται πιο δημιουργικό, πιο αποδοτικό κι αποκτά μεγαλύτερη όρεξη για ζωή κι επιτυχία.

2. Επομένως, δεν είναι απαραίτητο να βρισκόμαστε σε μία σχέση για να εξάρουμε το ερωτικό κομμάτι του εαυτού μας.
Κάθε άλλο μάλιστα, θα λέγαμε ότι τότε είναι πιο επιτακτική η ανάγκη να τονίσουμε τον ερωτισμό μας, όταν δηλαδή διανύουμε μια περίοδο όπου δεν έχουμε κάποιον σύντροφο. Όπως πολλοί δεσμευμένοι ή παντρεμένοι παραπονιούνται ότι έχει παραμεληθεί η ερωτική τους ζωή εξαιτίας των υποχρεώσεων ή του περιορισμένου χρόνου, έτσι και πολλοί αδέσμευτοι κάνουν το λάθος να δίνουν πολλή μεγάλη βαρύτητα στην επαγγελματική τους απόδοση και στην πλήρωση των υποχρεώσεών τους, με αποτέλεσμα να περνάει σε δεύτερη μοίρα η ερωτική τους πλευρά και μάλιστα να αναρωτιούνται γιατί δεν τους τυχαίνει τελευταία κάποια καλή περίπτωση. Μα φανταστείτε μία επιτυχημένη επιχειρηματία ή ένα ανερχόμενο στέλεχος εταιρείας που διαπρέπουν στο χώρο της εργασίας τους αλλά έχουν θάψει στο πίσω μέρος του μυαλού τους την ανάγκη να αρέσουν σαν γυναίκα και σαν άντρας. Αυτό μοιραία θα περάσει και στο γενικότερο στήσιμο του χαρακτήρα τους, στην εμφάνισή τους, σ’ αυτό που προβάλλουν προς τα έξω και μπορεί να δημιουργήσει ένα αδιόρατο τείχος που θα σημαίνει για τους έξω ότι δεν ενδιαφέρονται να λειτουργήσουν ως ερωτικά όντα.

3.Αλήθεια η εξωτερική εμφάνιση τι ρόλο παίζει στον ερωτισμό που αποπνέουμε?
Κοιτάξτε, όπως έλεγε και ο Όσκαρ Ουάιλντ η ομορφιά είναι το μόνο εμφανές προτέρημα ενός ανθρώπου. Σίγουρα ένας όμορφος άνθρωπος προκαλεί το ενδιαφέρον του αντίθετου φύλλου με την πρώτη ματιά. Όμως ο ερωτισμός μας δεν βασίζεται αποκλειστικά και μόνο στην ομορφιά. Η σαγήνη είναι αποτέλεσμα πολλών πραγμάτων. Πόσοι από μας δεν έχει τύχει να μαγνητιστούμε από έναν αντικειμενικά όχι και τόσο εμφανίσιμο άνθρωπο, ενώ κάποιος άλλος που συμβολίζει την απόλυτη ομορφιά να μας δίνει μία αίσθηση απουσίας του ερωτικού στοιχείου. Και δεν μιλάμε για την περίπτωση όπου είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε αρκετά από την προσωπικότητα του άλλου για να τον εκτιμήσουμε σα χαρακτήρα ή όχι και να αναγνωρίσουμε τα κοινά μας σημεία, αλλά την πρώτη εντύπωση και την συνολική εικόνα που μας δίνει σαν ένα ερωτικό άτομο. Ο τρόπος που κινείται κανείς στο χώρο, ο τρόπος που μιλάει, που κοιτάζει, η γλώσσα του σώματος, η συνολικότερη αύρα του, αυτά είναι τα στοιχεία που συνθέτουν τον ερωτισμό μας και βέβαια διαφέρουν και στον τρόπο που τα αντιλαμβάνεται ο καθένας από μας.

4.Υπάρχουν κάποιες μικρές συμβουλές που θα μπορούσατε να μας δώσετε για να τονίσουμε το ερωτικό κομμάτι του εαυτού μας?
Βεβαίως, καταρχήν επειδή η απομάκρυνση από τον ερωτικό μας εαυτό συντελείται από μας τους ίδιους με την έννοια ότι αρχίζουμε πλέον σιγά σιγά και όλο και περισσότερο να βλέπουμε οι ίδιοι τον εαυτό μας αποκλειστικά ως επαγγελματία ή γονέα ή φίλο κ.τ.λ., είναι πολύ σημαντικό να μην ξεχνάμε ότι είμαστε κι ερωτικά πλάσματα, με έντονη την ανάγκη να σαγηνέψουμε  και να σαγηνευτούμε κι ανεξάρτητα από την ηλικία μας, τις υποχρεώσεις μας ή την εξωτερική ομορφιά μας. Όλοι έχουμε δικαίωμα στο φλερτ και τον έρωτα. Κι ας μην ξεχνάμε ότι ένα βλέμμα θαυμασμού τον άλλων ή ένα κοπλιμέντο είναι αρκετά για να τονώσουν την αυτοπεποίθησή μας και να  μας κάνουν να αισθανθούμε ερωτικά άτομα.

Είναι λοιπόν πολύ σημαντικό να μην παραμελούμε τον εαυτό μας και την εμφάνισή μας. Εμείς οι γυναίκες δε χρειάζεται να περιμένουμε να παρευρεθούμε σε κάποια εκδήλωση για να πάμε ένα κομμωτήριο. Το ίδιο και οι άντρες βέβαια, είναι ωραίο να φροντίζουμε τον εαυτό μας, γιατί όταν νοιώθουμε όμορφοι εξωτερικά νοιώθουμε και μέσα μας όμορφοι.
Κάτι άλλο που κάνουμε  πολλοί από μας είναι ότι διαλέγουμε να προβάλλουμε τον ερωτικό εαυτό μας συγκεκριμένες μέρες και ώρες της εβδομάδας, π.χ. σαν μέρος της σαββατοβραδινής μας εξόδου. Ξεκινάμε να πάμε στη δουλειά μας κι αποχωριζόμαστε εντελώς το προσωπικό μας στυλ θεωρώντας ότι στο χώρο της εργασίας μας πρέπει να είμαστε εντελώς ουδέτεροι. Δεν υπονοούμε φυσικά ότι η δουλειά μας είναι ένας χώρος που ενδείκνυται να είμαστε ερωτικοί και να φλερτάρουμε, αλλά μπορούμε να σπάσουμε την μονοτονία με μικρές πινελιές, π.χ. φορώντας αισθησιακά εσώρουχα κάτω από ένα αυστηρό ταγιέρ. Και μόνο ότι το γνωρίζετε εσείς μπορεί να σας φτιάξει τη διάθεση.
Αποενοχοποιηθείτε λοιπόν. Έχετε δικαίωμα να είστε και να φαίνεστε ερωτικοί χωρίς αυτό να σημαίνει ότι υπονομεύεται η σοβαρότητά σας. Και μην ξεχνάτε: «Παν μέτρον άριστον»

27 Ιουνίου 2014

ΣΥΜΒΑΤΟΤΗΤΑ

Πολλές φορές στην καθημερινότητά μας έχουμε όλοι χρησιμοποιήσει την έκφραση «τα ετερώνυμα έλκονται» και την χρησιμοποιούμε κυρίως για ερωτικές σχέσεις που αναπτύσσονται μεταξύ δύο ανθρώπων φαινομενικά ή ουσιαστικά (ή και τα δύο) αταίριαστων μεταξύ τους. Σίγουρα ο έρωτας δεν είναι και το πιο εύκολο πράγμα να εξηγηθεί ή να αναλυθεί, κάποιες φορές απλά είναι μαγικός, φέρνει αυτό που λέμε την χρυσόσκονη στη ζωή μας, κι αυτός που τον βιώνει απλά γεύεται την χαρά που του προσφέρεται. Ίσως και γι’αυτόν το λόγο τόσο αβασάνιστα χρησιμοποιείται αυτή η έκφραση, «τα ετερώνυμα έλκονται», αντιμετωπίζοντας τις οποιεσδήποτε απορίες ή ακόμη και συγκρούσεις θα μπορούσε να προκαλέσει  μία παράταιρη σχέση.

Όμως, ο έρωτας στις περισσότερες ίσως περιπτώσεις τείνει να  πάρει μία πρακτική μορφή, όταν οι δύο σύντροφοι καλούνται πλέον να συμβαδίσουν σε τομείς ναι μεν πρακτικούς ή και πιο «πεζούς» θα μπορούσαμε να τους πούμε αλλά απαραίτητους προκειμένου να εξασφαλιστεί η ισορροπία και η κοινή πορεία και των δύο. Εδώ βέβαια μπορεί να γυρίσει κανείς και να πει «και γιατί είναι υποχρεωτικό δύο άνθρωποι να συζήσουν, ή να παντρευτούν? Δε μπορούν να χαίρονται τον έρωτά τους χωρίς κανόνες και χωρίς υποχρεώσεις? Δεν υπάρχουν ακόμη και παράνομα ή και κυνηγημένα ζευγάρια που χαίρονται τον έρωτά τους για λίγες στιγμές και μετά ξαναγυρνούν στην καθημερινότητά τους ο καθένας χωριστά χωρίς να τους απασχολεί το πόσο ταιριάζουν σε άλλα πράγματα στη ζωή, όπως οι πολιτικές πεποιθήσεις, η θρησκεία ή η κοινωνική τάξη?»
Διευκρινίζουμε ότι δεν μιλάμε για τις σύντομες ερωτικές περιπέτειες όπου το κυρίαρχο στοιχείο είναι η σεξουαλική έλξη και η ερωτική επαφή και το μόνο ζητούμενο και από τους δύο είναι η εκτόνωση του ερωτικού πάθους χωρίς αύριο.Αλλά ακόμη και στην περίπτωση ζευγαριών που έχουν συμφωνήσει ότι λόγω κοινωνικών περιορισμών ή ιδιαίτερων καταστάσεων δεν είναι εφικτό να ευδοκιμήσει και να επισημοποιηθεί η σχέση τους άρα δεν έχει σημασία το πώς είναι ο καθένας στην καθημερινότητά του, το πόσο ταιριάζει με τον άλλο σε σημαντικά θέματα ή και σε λιγότερο σημαντικά θέματα, ακόμη και τότε, η σχέση φαίνεται ότι έχει περάσει σε ένα άλλο επίπεδο, πιο ουσιαστικό, και αν υπήρχε η δυνατότητα θα δοκιμαζόταν και σε άλλoυς τομείς όπως γίνεται με όλες τις ερωτικές σχέσεις.

Γιατί ας μην ξεχνάμε ότι και οι ερωτικές σχέσεις όπως όλες οι ανθρώπινες σχέσεις, διαπροσωπικές ή  τυπικές ή επαγγελματικές, υπόκεινται σε κανόνες και σε συνεχή δοκιμασία.

Ας ξεκινήσουμε να μιλήσουμε λοιπόν για την συμβατότητα μέσα σε μια ερωτική σχέση. Τι εννοούμε μ’αυτό? Πόσο σημαντική είναι η συμβατότητα προκειμένου μία σχέση να εξελιχθεί καλά, να κρατήσει και κυρίως να είναι ευτυχισμένα τα μέλη που την απαρτίζουν? Πώς μπορεί κάποιος να αναγνωρίσει ή να εξασφαλίσει την συμβατότητα σε μία καινούρια γνωριμία?  Πότε πρέπει να «χτυπήσει καμπανάκι» όπως λέμε για την πορεία μιας σχέσης όταν αρχίσουν και γίνονται έντονες οι διαφοροποιήσεις μεταξύ δύο συντρόφων? Ποιοι τομείς είναι σημαντικότερο να καλύπτονται από σύμπνοια, ποιοι άλλοι είναι λιγότερο σημαντικοί και πόσο εύκολο είναι να συμβιβαστούν οι διαφορές? Υπάρχει αλήθεια στην έκφραση «Τα ετερώνυμα έλκονται» και πώς μπορούν να αντιμετωπιστούν τα οποιαδήποτε προβλήματα παρουσιαστούν στην πορεία από μικρές ή μεγάλες διαφορές στην προσωπικότητα και στην γενικότερη υπόσταση δύο πολύ διαφορετικών μεταξύ τους ατόμων?  

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΑΠΟΨΗ

Καταρχήν θα ήθελα να διευκρινίσω ότι όταν λέμε όπως πολύ σωστά ανέφερες ότι και οι ερωτικές σχέσεις υπόκεινται σε κανόνες, δεν εννοούμε βέβαια ότι υπάρχει ένα άγραφο καταστατικό με νόρμες, συμπεριφορές και περιορισμούς. Τα πράγματα σε μία ερωτική σχέση είναι πιο ρευστά και τα όρια λιγότερο διακριτά σε σχέση με άλλων μορφών σχέσης όπως είναι για παράδειγμα οι επαγγελματικές σχέσεις, εργοδότη-εργαζόμενου, μεταξύ συναδέλφων κ.τ.λ. ή  η σχέση γονέα-παιδιού όπου είναι πολύ σημαντικό να τηρούνται συγκεκριμένες ισορροπίες. Σε έναν ερωτικό δεσμό οι κανόνες τίθενται (ή θα έπρεπε τουλάχιστον) και από τους δύο κατόπιν κοινής συνεννόησης και σταδιακά, κατά το αναγνωριστικό στάδιο.

Κάθε άνθρωπος κουβαλάει μαζί του ένα σύνολο από πεποιθήσεις, απόψεις, προσανατολισμούς, ιδέες, ακόμη και χούγια όπως θα τα λέγαμε, δηλαδή εμμονές ή ιδιοτροπίες και γενικότερα ένα ευρύ φάσμα συμπεριφορών και τοποθετήσεων. Είναι επομένως, πολύ σημαντικό, εφόσον οι κανόνες τίθενται ισότιμα από τους δύο άμεσα εμπλεκόμενους, να υπάρχουν κάποια κοινά σημεία επαφής ώστε ν’αρχίσει το ταξίδι τους στη ζωή. Δε θ’αναφερθώ στους πόλους έλξης που δημιουργούνται όταν δύο άνθρωποι γνωρίζονται και νοιώθουν την ανάγκη να είναι μαζί. Στον καθένα μας είναι διαφορετικά τα ζητούμενα και πολλές φορές πιάνουμε τον εαυτό μας να «προδίδουμε» τα πρότυπα που έχουμε θέσει ή να τα αναπροσαρμόζουμε. Είναι επίσης και θέμα δομής της προσωπικότητας του καθένα, το πόσο αυστηρά ή χαλαρά κριτήρια θέτει στον εαυτό του προκειμένου να επιλέξει ένα μελλοντικό σύντροφο και πόσο ελαστικός είναι απέναντι σ’αυτά τα κριτήρια. Δεν εξετάζουμε επομένως ποια είναι αυτά τα στοιχεία που συνθέτουν την πρώτη έλξη, το πρώτο άγγιγμα. Αυτό είναι ένα άλλο θέμα. Εδώ μας απασχολεί να αναπτύξουμε το πόσο ουσιαστικό είναι να ταιριάζουν δύο άνθρωποι και πού όταν αποφασίσουν να συμπορευτούν. 

Η πρώτη απάντηση που θα έδινα είναι η εξής : εξαρτάται. Θα έλεγα ότι υπάρχουν δύο βασικοί τομείς όπου η συμβατότητα παίζει το ρόλο της και μπορεί να δημιουργηθούν προβλήματα στο ζευγάρι από την έλλειψή της. Ο ένας τομέας αφορά το σύνολο των πεποιθήσεων ενός ατόμου, την κοσμοθεωρία του, την ιδεολογία του, μ’άλλα λόγια τις  προκαταλήψεις του, τις αξίες του, τις απόψεις του για την θρησκεία, την πολιτική, την οικογένεια, την ηθική και γενικότερα την κοινωνική και περιβαλλοντική  αρμονία όπως εκείνο την αντιλαμβάνεται. Ο δεύτερος τομέας έχει να κάνει με το πώς το άτομο ζει την ζωή του, πώς οργανώνει τη καθημερινότητά του, τις συνήθειές του, πρακτικά θέματα όπως το πώς διαχειρίζεται το χώρο του, το χρόνο του και το χρήμα του. Αυτοί οι δύο τομείς είναι άρρηκτα συνδεδεμένοι, καθώς ο καθένας από μας τείνει να προσαρμόζει τη ρουτίνα του και τη ζωή του ανάλογα με την οπτική του και τις απόψεις του. Ένα θρήσκο άτομο θα αφιερώσει χρόνο στα λατρευτικά του καθήκοντα, ένα πολιτικοποιημένο άτομο στην κινητοποίηση ή την ενημέρωσή του, ένας φυσιολάτρης θα επιδιώξει να πάει διακοπές στο βουνό κι ένας κοσμοπολίτης σε ένα κοσμικό νησί και τα παραδείγματα είναι άπειρα. Βέβαια το να είσαι σε μία σχέση με έναν άνθρωπο δε σημαίνει απαραίτητα να τα κάνεις όλα μαζί του, να συμβαδίζεις απόλυτα και να αναζητάς την απόλυτη αρμονία γιατί αυτό είναι αδύνατο. Η λίστα με τις εκτιμήσεις, τις απαιτήσεις και τις αναζητήσεις του καθένα μας είναι ατέλειωτη και πάντα θα υπάρχουν σημεία απόκλισης. Ωστόσο είναι πολύ σημαντικό σε πρακτικά θέματα ουσίας να υπάρχει σύμπνοια ή έστω συνεννόηση και συμβιβασμοί εκατέρωθεν. Μία κοινή ζωή προϋποθέτει κοινές αποφάσεις και αποδοχή του άλλου σαν προσωπικότητα.

Πώς λοιπόν το καταλαβαίνουμε όταν η έλλειψη συμβατότητας αρχίζει και αποτελεί πρόβλημα για την ευτυχία μας?Όταν αρχίζουμε και νοιώθουμε ά β ο λ α. Στην αρχή μιας σχέσης όλοι είμαστε σε αναγνωριστικό στάδιο. Ξέρουμε ελάχιστα για τον άλλο, σίγουρα έχουμε «διαβάσει» κάποια πράγματα που μας κίνησαν το ενδιαφέρον ή ακόμη και μας μάγεψαν αλλά στην πορεία είναι λογικό να ανακαλύψουμε ότι υπάρχουν στοιχεία απόκλισης. Η πρώτη αντίδραση πιθανόν είναι το «ξάφνιασμα». Για παράδειγμα σε μία συζήτηση ανακαλύπτουμε ότι οι απόψεις μας διαφέρουν κατά πολύ σε κάποιο θέμα που ανήκει στην κοσμοθεωρία μας, δηλαδή αναφερόμαστε στον πρώτο τομέα όπου η συμβατότητα είναι σημαντική. Αν νοιώσουμε άβολα αυτό σημαίνει ότι έχει ενοχληθεί κάποιο σημαντικό κομμάτι της προσωπικότητάς μας. Βέβαια υπάρχουν και άνθρωποι απόλυτοι τόσο ώστε να μη μπορούν να αποδεχτούν να υπάρχουν καν απόψεις διαφορετικές από τις δικές τους και τότε η συμβατότητα σε μία σχέση, οποιαδήποτε σχέση, φαντάζει κάτι αδύνατο. Εδώ όμως δε μιλάμε γι’αυτό. Άβολα μπορεί να νοιώσουμε επειδή θεωρούμε ότι οι απόψεις του συντρόφου μας έρχονται σε πλήρη αντίθεση με το αίσθημα της κοινωνικής δικαιοσύνης που μας διακρίνει ή ότι τέτοιες απόψεις θίγουν ένα θέμα ιερό, βαθιά συνδεδεμένο με την προσωπικότητά μας. Για παράδειγμα, σκεφτείτε πόσο δύσκολο θα ήταν για έναν αλτρουιστή να συμπορευτεί με κάποιον ρατσιστή. 

Κι αν το παράδειγμα σας φαίνεται ακραίο σκεφτείτε κάποιον θρήσκο που μαθαίνει ότι ο σύντροφός του είναι άθεος ή έστω δεν ασχολείται καθόλου με την εκκλησία και την λατρευτική διαδικασία. Αν λοιπόν η αρχική αντίδραση είναι το ξάφνιασμα αλλά στην πορεία εισπράξουμε από τον σύντροφό μας καταρχήν σεβασμό για την δική μας διαφορετικότητα απέναντι στις δικές του απόψεις τότε είναι δύσκολο να νοιώσουμε άβολα. Αν ωστόσο εισπράξουμε απαξίωση και απόρριψη και ίσως και κάποια απαίτηση να ενστερνιστούμε πράγματα για τα οποία διαφωνούμε τότε είναι σίγουρο ότι θα νοιώσουμε τουλάχιστον άβολα κι αυτό είναι ένα κακό προμήνυμα για την εξέλιξη της σχέσης. Ο σεβασμός εδώ είναι η λέξη-κλειδί και από τις δύο πλευρές για να γεφυρώνονται οι διαφοροποιήσεις σε θέματα που αφορούν στον πρώτο τομέα όπως αναφέραμε προηγουμένως.



 Τώρα, σε ότι αφορά θέματα που ανήκουν στον δεύτερο τομέα, πρακτικά δηλαδή θέματα της καθημερινότητας και της κοινής συμβίωσης κι εδώ πάλι το κυριότερο είναι να μη νοιώθουμε άβολα. Το μόνο σίγουρο είναι ότι θα προκύψουν πολλές διαφορές σχετικά με την οργάνωση μιας κοινής ζωής και τα δύο μέλη θα έρθουν πολλές φορές στη θέση να υποχωρήσουν ή να αναχαιτίσουν τα δικά τους θέλω προκειμένου να εξασφαλιστούν ισορροπίες. Εάν νοιώσουμε ότι οι απαιτήσεις του συντρόφου μας ή οι επιθυμίες του υπερβαίνουν τα όρια που έχουμε θέσει για τον εαυτό μας, την ευτυχία μας και την αξιοπρέπειά μας τότε θα νοιώσουμε και πάλι άβολα, και κυρίως όταν αντιληφθούμε ότι δεν υπάρχει διάθεση από μέρους του να σεβαστεί και τις δικές μας επιθυμίες, τις δικές μας συνήθειες, τις δικές μας ανάγκες. Βέβαια στο θέμα της συμβατότητας δεν έχει νόημα ποιος έχει δίκιο ή άδικο, ποιος κάνει το σωστό και ποιος όχι. Το ίδιο δυστυχείς μπορεί να νοιώθουμε όταν οι παράλογες απαιτήσεις μας δεν γίνονται αποδεκτές από τον άλλο κι εμείς δεν εννοούμε να συμβιβαστούμε με κάτι λιγότερο. Όταν όμως επιτυγχάνεται η αποδοχή του άλλου και γίνονται οι κατάλληλοι συμβιβασμοί είτε εκατέρωθεν είτε από την μία πλευρά μόνο αλλά αυτοβούλως και χωρίς συναισθηματικούς εκβιασμούς τότε μπορεί η σχέση να ευοδωθεί.

11 Ιουνίου 2014

ΕΡΩΤΑΣ ΚΑΙ ΣΥΝΟΙΚΕΣΙΑ : ΜΙΑ ΠΑΡΕΞΗΓΗΜΕΝΗ ΣΧΕΣΗ



 Πολλοί θεωρούν ότι το συνοικέσιο είναι ένας στημένος τρόπος δημιουργίας σχέσεων που δεν διευκολύνει το φλερτ , τον έρωτα και τον αυθορμητισμό στις γνωριμίες μεταξύ των δύο φύλων. Μεγάλη μερίδα ανθρώπων πιστεύει ότι με το ‘προξενιό’ χάνεται τελείως το ερωτικό παιχνίδι ή το μυστήριο που πιθανώς να υπάρχει σε μία τυχαία συνάντηση μεταξύ δύο ανθρώπων. Κυριαρχεί η άποψη ότι  γνωρίζοντας ορισμένες λεπτομέρειες για τον άλλον μέσω κάποιου τρίτου έχεις ήδη σχηματίσει μία πρώτη άποψη γι’ αυτόν και πλέον δεν υπάρχει τόσο ο ίδιος ενθουσιασμός  να τον ανακαλύψεις.
Όμως μήπως υπάρχει προκατάληψη γύρω από το θέμα των συνοικεσίων τελικά ; Μήπως το να επηρεαζόμαστε από την άποψη των όποιων ‘καλοπροαίρετων
τρίτων αποτελεί ένδειξη δικιά μας αδυναμίας ή εφησυχασμού ; Μήπως, επίσης,  η ανάγκη ν’ αποφασίζουν κάποιοι άλλοι για μας δεν έχει να κάνει τόσο με το θεσμό του συνοικεσίου, όσο με το δικό μας χαρακτήρα και πως αυτός έχει συνηθίσει ή διαμορφωθεί ; Και γιατί ένα συνοικέσιο ή προξενιό να μην αποτελεί, εξίσου, ένα μυστήριο όπως μια τυχαία γνωριμία;
Ας μην ξεχνάμε ότι τα συνοικέσια είναι απλώς ένας τρόπος να φέρουμε δύο ανθρώπους κοντά, να κάνουμε την ανθρώπινη επαφή που είναι και το πιο δύσκολο κομμάτι των σχέσεων στις μέρες μας καθώς οι περισσότεροι από μας είμαστε καχύποπτοι και ανασφαλείς στο πλησίασμα ενός αγνώστου ατόμου για εμάς.. Το αν θα προκύψει έρωτας ή αγάπη ή απλώς συντροφικότητα μεταξύ των δύο ατόμων είναι απλώς θέμα χημείας και επικοινωνίας κάτι στο οποίο το συνοικέσιο δεν έχει κανένα μερίδιο συμμετοχής. Το συνοικέσιο θα μπορούσε να θεωρηθεί ως μία ασφαλής βάση που στηρίζει και προσφέρει το πλαίσιο για να μπορέσουν δύο άνθρωποι να γνωριστούν και να εκφράσουν τα όποια συναισθήματα βιώσουν. Το μυστήριο και η περιπέτεια ανακάλυψης του άλλου δεν τελειώνει γνωρίζοντας μόνο κάποιες στοιχειώδεις πληροφορίες για αυτόν αλλά είναι ένα ταξίδι που δεν σταματάει ποτέ σε μία σχέση.
Ας μην παραβλέπουμε λοιπόν το γεγονός ότι η εξέλιξη μιας σοβαρής κι υπεύθυνης σχέσης ή γνωριμίας εξαρτάται, τόσο από τον όποιον άλλον αλλά εξίσου κι από εμάς και πραγματοποιείται μ’ελεύθερη βούληση και προσωπική επιλογή βασισμένη στις κοινές αξίες κι ενδιαφέροντα με το άλλο άτομο.
Άρα, λοιπόν, η δική μας στάση και νοοτροπία είναι αυτή που ευθύνεται για τις όποιες αδυναμίες ή τα λάθη που μπορεί να παρουσιαστούν στην αρχή μιας εσκεμμένης ή και τυχαίας γνωριμίας κι όχι ο όποιος θεσμός.
Ας μην εθελοτυφλούμε. Η ζωή σ’όλες τις εκφάνσεις της είναι πρόκληση. Πρόκληση να δείχνουμε το καλύτερο μας εαυτό και να συνεχίζουμε παρά τα όποια εμπόδια παρουσιαστούν, άρα θα πρέπει να δοκιμάζουμε κι όχι να απορρίπτουμε άκριτα. Να μην φοβόμαστε να ζήσουμε. Φόβος σημαίνει αδυναμία κι η ζωή είναι πάντα με το μέρος των τολμηρών, αυτών που αγωνίζονται. Γιατί ζωή σημαίνει εξέλιξη και πάνω από όλα σχέσεις. Τυχαίες, ή όχι  με τον όποιον συνάνθρωπό μας.